δένδρος — δένδρον tree neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μέγας Δένδρος — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 480 μ., 91 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριχωνίδας του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται Α της λίμνης Τριχωνίδας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θέρμου. Υπήρξε η γενέτειρα του διδασκάλου του Γένους Ευγένιου Γιαννούλη (1597)… … Dictionary of Greek
κατάδενδρος — η, ο (Α κατάδενδρος, ον) γεμάτος δένδρα («κατάδενδρο νησί»). [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + δένδρος (< δένδρος), πρβλ. έν δενδρος, σύν δενδρος] … Dictionary of Greek
δένδρο — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 650 μ., 94 κάτ.) του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό τμήμα του νομού, 58 χλμ. ΒΔ της Κορίνθου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ξυλοκάστρου. * * * και δέντρο, το (AM δένδρον Α και δένδρος, δένδρεον, δένδρειον)… … Dictionary of Greek
καλλίδενδρος — καλλίδενδρος, ον (Α) (για τόπο) 1. αυτός που έχει ωραία δένδρα 2. αυτός που έχει πλούσια δενδροφυτεία. [ΕΤΥΜΟΛ. < καλλ(ι) * + δενδρος (< δένδρον), πρβλ. μεγαλό δενδρος, ολιγό δενδρος] … Dictionary of Greek
κλυτόδενδρος — κλυτόδενδρος, ον (Α) αυτός που είναι περίφημος για τα δένδρα του («κλυτοδένδρου Πιερίης»). [ΕΤΥΜΟΛ. < κλυτός + δενδρος (< δένδρον), πρβλ. αγλαό δενδρος, φιλό δενδρος] … Dictionary of Greek
παχύδενδρος — ον, Α αυτός που έχει πυκνή συστάδα δέντρων ή αυτός που έχει χοντρά δέντρα («παχυδένδροις ἄλσεσιν», Ιμέρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. παχυ * + δενδρος (< δένδρον), πρβλ. καλλί δενδρος] … Dictionary of Greek
πρόσδενδρος — ον, Α (για ερπυστικά φυτά) αυτός που προσκολλάται σε δένδρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + δενδρος (< δένδρον), πρβλ. κατά δενδρος] … Dictionary of Greek
σύνδενδρος — η, ο / σύνδενδρος, ον, ΝΑ (για τόπο) γεμάτος δένδρα, κατάφυτος από δένδρα («σύνδενδρος ὕλη», Βάβρ.) αρχ. το ουδ. ως ουσ. τὸ σύνδενδρον Ν τόπος κατάφυτος από δένδρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + δενδρος (< δένδρον), πρβλ. κατά δενδρος] … Dictionary of Greek
φιλόδενδρος — η, ο / φιλόδενδρος, ον, ΝΑ νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. το φιλόδενδρο βοτ. α) γένος αγγειόσπερμων μονοκότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια αροϊδες και το οποίο περιλαμβάνει 200 250 είδη μικρών δένδρων, αναρριχώμενων θάμνων, επίφυτων και,… … Dictionary of Greek